- βαρύκτυπος
- βᾰρύκτῠπος1 loud pounding of the sea, and so epith. of Poseidon.
βαρύκτυπον Εὐτρίαιναν O. 1.72
Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87
“τρέω τοι πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε βαρύκτυπον Pae. 4.41
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
βαρύκτυπον Εὐτρίαιναν O. 1.72
Ὀρσοτριαίνα ἐν ἀγῶνι βαρυκτύπου N. 4.87
“τρέω τοι πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε βαρύκτυπον Pae. 4.41
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
βαρύκτυπος — βαρύκτυπος, ον (Α) αυτός που βροντάει ή ηχεί βαριά, δυνατά … Dictionary of Greek
βαρύκτυπος — heavy sounding masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρύκτυπον — βαρύκτυπος heavy sounding masc/fem acc sg βαρύκτυπος heavy sounding neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρυκτύποις — βαρύκτυπος heavy sounding masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρυκτύποισι — βαρύκτυπος heavy sounding masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρυκτύπου — βαρύκτυπος heavy sounding masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρυκτύπῳ — βαρύκτυπος heavy sounding masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρύκτυπε — βαρύκτυπος heavy sounding masc/fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βαρυ- — α συνθετικό λέξεων, κατά κύριο λόγο επιθέτων, της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, με μεγάλη παραγωγικότητα. Τα σύνθετα με το βαρυ εμφανίζονται με τις ακόλουθες σημασίες: Την κυριολεκτική σημασία του επιθέτου βαρύς («αυτός που έχει βάρος … Dictionary of Greek
βαρυσμάραγος — βαρυσμάραγος, ον (Α) ο βαρύκτυπος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < βαρύς + σμάραγος < σμαραγώ ( έω) «κάνω θόρυβο, πάταγο»] … Dictionary of Greek
κτύπος — και χτύπος, ο (AM κτύπος, Μ και χτύπος) 1. ισχυρός ήχος, πάταγος, κρότος από κρούση, πτώση, ροή νερού, μουσικό όργανο κ.λπ. 2. κρούση, κτύπημα νεοελλ. μσν. 1. ρυθμικός παλμός ή ήχος (α. «χτύπος τής καρδιάς» β. «χτύπος τού ρολογιού») 2.… … Dictionary of Greek